Σας έτυχε ποτέ να γνωρίσετε κάποιον που ήσασταν σίγουροι ότι “ζει στον κόσμο του” με αποτέλεσμα να ζημιώνεται; Το βλέπετε εσείς, το βλέπει ο κόσμος, μόνο το ίδιο το άτομο δεν μπορεί να το δει. Θα προτιμούσατε να του φωνάξετε κατάμουτρα: ¨Ξύπνα επιτέλους, δε βλέπεις τι πραγματικά συμβαίνει;” Αλλά, ακόμα κι αν το κάνετε, διαισθάνεστε ότι αυτός ο άνθρωπος θα είχε μια στιγμιαία αναλαμπή και μετά θα συνέχιζε απτόητος τη συνήθη τακτική του.
Αν έχετε βιώσει στο παρελθόν κάτι ανάλογο, γνωρίζετε από προσωπική εμπειρία την επίδραση του έβδομου πέπλου. Έχετε βιώσει την αυταπάτη. Πιθανότατα έχει συμβεί και σε εσάς και αμέσως αναρωτηθήκατε:¨Πως μπόρεσα να τρέφω τέτοιες αυταπάτες; Είναι λες και τυφλώθηκα. Δεν πήρα χαμπάρι το παραμικρό, αν και τα σημάδια ήταν ξεκάθαρα όλο αυτό το διάστημα”. Μια τέτοια εμπειρία συχνά την αποκαλούμε “ψευδαίσθηση”.
Πως είναι δυνατό να συμβεί κάτι τέτοιο; Πως γίνεται ένας άνθρωπος να ζει σε μια κατάφωρα αξιοθρήνητη κατάσταση και να μην μπορεί να το καταλάβει, ούτε να θέλει να το αλλάξει; Εφόσον στο μυαλό μας υπάρχει ένα κομμάτι που μας προφυλάσσει από τον πόνο, γιατί δε μας συνδράμει στη δεδομένη περίπτωση; Γιατί μας αφήνει ακόμα και χρόνια ολόκληρα να ζούμε σε μια πλάνη, μέσα στην οποία ούτε γινόμαστε ευτυχισμένοι, ούτε ωριμάζουμε, αλλά ούτε και αποκομίζουμε κάτι καινούργιο; Υπάρχει κάποιο ελάττωμα στο ανθρώπινο σύστημά μας;
Όχι, το σύστημα λειτουργεί έτσι όπως πλάστηκε. Ωστόσο, ορισμένες δυνάμεις και συνθήκες έχουν ενεργοποιήσει μια προστατευτική ρύθμιση, από την οποία δύσκολα μπορούμε να ξεφύγουμε από μόνοι μας χωρίς την κατάλληλη γνώση του τρόπου που λειτουργεί.
Η ψευδαίσθηση οφείλεται σε δύο απλές αιτίες: το μη συνειδητό κομμάτι θέλει αφενός να “έχει” θετικά συναισθήματα και αφετέρου να εμποδίζει τα αρνητικά.
Για να εξασφαλίσει τα θετικά συναισθήματα, πλάθει ιδανικές καταστάσεις και εκπληρωμένους στόχους. Έτσι, φιλτράρει την αντίληψη και ορίζει τη συμπεριφορά. Για να αποτρέψει τα αρνητικά συναισθήματα, ρυθμίζεται σε “προστατευτική λειτουργία” και μπλοκάρει συγκεκριμένες καταστάσεις και αντιλήψεις.
Αν σε ένα συγκεκριμένο θέμα δρουν από κοινού τα δύο αυτά στοιχεία – η ευχή και η προστασία-, δημιουργούνται τόσο ισχυρές δυνάμεις, που στο συγκεκριμένο τομέα της ζωής του μπορεί κανείς να ζει σε μια πλάνη χωρίς να το συνειδητοποιεί.
Για να μας προφυλάξει από ένα μεγάλο πόνο, το ασυνείδητο κομμάτι του μυαλού μας έχει αποκτήσει ορισμένα δικαιώματα. Μπορεί να ενεργοποιεί ένα πρόγραμμα έκτακτης ανάγκης, το οποίο ορίζει την αντίληψή μας αλλά και τις σκέψεις μας. Η αυταπάτη είναι ένα είδος ασφάλειας απέναντι σε ένα βαθύ πόνο. Η ψυχή ξέρει εδώ και καιρό τι δεν πάει καλά σε μια κατάσταση της ζωής μας, και στέλνει διαρκώς μηνύματα. Γι’ αυτό και το ασυνείδητο έχει προ πολλού την εντύπωση πως κάτι πάει στραβά και ότι θα αισθανθούμε ιδιαίτερη οδύνη αν αντικρίσουμε την αλήθεια.
Το απλό δομημένο πρόγραμμα έκτακτης ανάγκης πρέπει στην περίπτωση αυτή να πάρει μια απόφαση. Τι είναι χειρότερο; Ο τωρινός πόνος κάτω από το πέπλο της αυταπάτης; ή ο πόνος που θα μπορούσε να προκύψει αν βλέπαμε την αλήθεια;
Για το προνοητικό κομμάτι του μυαλού μας είναι και τα δύο ένας αυτοτραυματισμός, αλλά, αν αναγκαστεί να αποφασίσει, θα διαλέξει πάντα τον ελαφρύτερο πόνο. Η επιλογή του πιο σύντομου αλλά συνάμα και πιο έντονου πόνου δεν προβλέπεται στις ρυθμίσεις του προγράμματος. Επομένως, το ασυνείδητο πατάει το διακόπτη ασφαλείας. Θολώνει την αλήθεια και στη θέση της ενεργοποιεί την ανάμνηση της κατάστασης όπως ήταν πριν: πιο ευχάριστη, πιο ελεύθερη, πιο αισιόδοξη, με την ελπίδα ότι η πραγματική κατάσταση θα εξομαλυνθεί από μόνη της.
Το απλοϊκό κομμάτι του μυαλού μας κάθε φορά που θεωρεί “καλή” μια κατάσταση, λειτουργεί σαν “ξεπατικοσούρα”, όπως όταν παίρνουμε έναν χάρακα με σχέδια και ξεπατικώνουμε το σχήμα στο χαρτόνι, ανεξάρτητα από το χρώμα που θα το χρωματίσουμε, το αποτύπωμα του σχήματος παραμένει το ίδιο κάθε φορά. Αν για μεγάλο χρονικό διάστημα κάτι ή κάποιος στη ζωή σας δίνει την αίσθηση του “σωστού”, το απλοϊκό κομμάτι του μυαλού μας το “φωτογραφίζει” μεταφορικά. Δημιουργεί ένα πρότυπο που υπαγορεύει ότι “έτσι είναι το σωστό”, προκειμένου να είναι σε θέση να ανιχνεύσει ευκολότερα τυχόν αποκλίσεις από την “καλή” κατάσταση.
Επειδή το καθήκον του ως φύλακα και προστάτη είναι η διαφύλαξη της ασφάλειας και της άνεσής μας, από εκείνη τη στιγμή κάνει το παν ή να διατηρήσει τις καταστάσεις όσο το δυνατόν πιο κοντά στο πρότυπο ή να “προσαρμόσει” μια νέα κατάσταση στο πρότυπο το συντομότερο δυνατό.
Ένα τέτοιο πρότυπο απαρτίζεται από πεποιθήσεις όπως:
- Αγαπώ αυτό τον άντρα/αυτή τη γυναίκα. Μαζί του/της είμαι ευτυχισμένος/ευτυχισμένη. Όλα είναι τέλεια, κι έτσι πρέπει να παραμείνουν.
- Στη ζωή μου έχω αυτό το στόχο. Νιώθω καλά, κι έτσι πρέπει να παραμείνω.
- Έχω μεγάλη επιτυχία σε τούτο ή σ΄εκείνο. Είναι καλά, κι έτσι πρέπει να συνεχίσει.
- Αυτός ο άνθρωπος με αγαπάει. Αυτό είναι καλό, και πρέπει να συνεχίσει.
- Επιτέλους κατάλαβα πως λειτουργεί η ζωή . Τώρα δε θέλω τίποτα καινούργιο. Έτσι είναι καλά, κι έτσι πρέπει πάντα να λειτουργώ.
- Με αυτές τις σκέψεις, μου γεννιούνται ευχάριστα συναισθήματα. Θα σκέφτομαι συνεχώς το ίδιο, έτσι είναι καλά.
Παράλληλα, το πρότυπο βοηθάει το απλοϊκό κομμάτι του εαυτού μας να κρίνει ταχύτατα τι θεωρητικά δεν ταιριάζει στη ζωή μας, εφόσον αποκλίνει από τις προδιαγραφές:
- Αν αναλογιστώ αυτή τη δυνατότητα, νιώθω άσχημα. Δεν είναι καλό, δεν πρέπει να το σκέφτομαι.
- Αν μετακόμιζα, θα έπρεπε να εγκαταλείψω τούτο και το άλλο. Δεν είναι καλό, πρέπει να το αποφύγω.
- Αν αποκτήσω περισσότερες ρυτίδες, θα έχω διαφορετική όψη από τότε που με πρωτογνώρισαν οι φίλοι και το ταίρι μου. Δεν είναι καλό, πρέπει να το αποτρέψω.
- Αν δεν τον/την αγαπώ πια όπως την πρώτη μέρα, το συναίσθημα είναι άσχημο. Δεν είναι καλό, δεν πρέπει να το νιώσω.
Αυτές οι σκέψεις και τα συμπεράσματα είναι ένα φυσιολογικό κομμάτι της ανθρώπινης φύσης μας. Δεν υπάρχει κανένα απολύτως πρόβλημα να έχουμε αναμνήσεις από καλά ή κακά βιώματα και έτσι να διαμορφώνουμε την αντίληψη περί του τι μας ωφελεί και τι όχι. Το πρόβλημα προκύπτει όταν:
- Δεν ξέρουμε ότι υπάρχει στο σύστημά μας ένα πρότυπο και
- Το πρότυπο αυτό προκαλεί έντονα συναισθήματα επιθυμίας και απόρριψης και
- Το πρότυπο αυτό εμμένει, παρόλο που η ζωή μας, αλλά και όλα τα υπόλοιπα μέσα μας αλλάζουν.
Όταν δρουν αυτές οι τρεις δυνάμεις, τότε μετά από λίγο καιρό η αντίληψη του τότε και η πραγματικότητα του σήμερα δε συμφωνούν πια. Τότε το απλοϊκό κομμάτι του μυαλού παρατηρεί ότι η πραγματικότητα εκεί έξω δεν είναι έτσι όπως θα έπρεπε. Αυτό του προκαλεί φόβο και προσπαθεί να διαφυλάξει τα κεκτημένα.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Ruediger Schache Τα 7 πέπλα της αλήθειας.
Leave a Reply